Το πρώτο Survivor
Το πείραμα του Μουζαφέρ Σερίφ
Εισαγωγή
Το πείραμα
Ο Σερίφ επέλεξε και χώρισε σε δυο ομάδες είκοσι δύο λευκά αγόρια 11-12 χρονών, τα οποία δεν γνωρίζονταν από πριν μεταξύ τους, με καλές επιδόσεις στα μαθήματα, με μετρημένο ψηλό δείκτη νοημοσύνης (σ.σ. οι Αμερικάνοι πάντα έδιναν μεγάλη σπουδαιότητα στο δείκτη αυτόν), που προέρχονταν από προτεσταντικές μεσοαστικές οικογένειες που υπήρχαν και οι δυο γονείς. Πάρθηκαν υπόψιν και άλλα κριτήρια, πχ ύψους, εμπειρίας από κατασκηνώσεις κλπ, ώστε οι ομάδες να είναι όσο το δυνατόν παρόμοιες. Ο Σέριφ, δηλαδή, προσπάθησε, για την αντικειμενικότητα του πειράματος, να υπάρξει μια μεγάλη ομοιογένεια στα πρόσωπα που απαρτίζανε την κάθε ομάδα. Παράλληλα, μετέφερε ξεχωριστά αυτές τις δυο ομάδες σε μια καλοκαιρινή κατασκήνωση των προσκόπων στην Οκλαχόμα (Robber's Cave, ήταν η κρυψώνα του θρυλικού ληστή Τζέσσε Τζέημς), απομονώνοντας τις από εξωτερικές επιδράσεις, επαφές με τρίτους, γεγονότα κλπ.
Ο σκοπός του πειράματος ήταν να μελετηθεί το πόσο γρήγορα δημιουργείται ομαδικό πνεύμα ανάμεσα σε αγνώστους, πόσο σταθεροί είναι οι δεσμοί που σχηματίζονται, πως το ομαδικό πνεύμα θα λειτουργήσει σε ανταγωνισμό με μια άλλη ομάδα και πως η αντιπαράθεση μεταξύ των ομάδων θα αμβλυνθεί μετά το τέλος των ανταγωνιστικών δοκιμασιών. Ορίστηκαν επιστημονικοί παρατηρητές του πανεπιστημίου της Οκλαχόμα και στις δυο ομάδες, οι οποίοι κατέγραφαν τα πάντα, από γεγονότα μέχρι εκφράσεις και διαλόγους.
Στην αρχή, η μία ομάδα αγνοούσε την ύπαρξη της άλλης. Μένανε σε καταλύματα απομακρυσμένα μεταξύ τους και δεν υπήρχε καμία επαφή. Τα παιδιά της κάθε ομάδας ξεκίνησαν κάποιες ομαδικές δραστηριότητες, όπως μαγείρεμα, πεζοπορίες και εξερευνήσεις, προφανώς με σκοπό όχι μόνο να περάσει η μέρα τους, αλλά και να δεθούν ως ομάδα μεταξύ τους, να αναπτυχθούν φιλίες. Δημιουργήθηκε και άτυπη ιεραρχία. Τα παιδιά σε τούτην τη φάση δεν είχαν κάτι για να ανταγωνιστούν μεταξύ τους. Αντιθέτως, η καθημερινότητά τους απαιτούσε το διάλογο, τη συνέλευση και τον κοινό σχεδιασμό. Για να τονιστεί δε ότι αποτελούν ομάδα, τους ζητήθηκε να επιλέξουν και όνομα για την κάθε μια. Έτσι, η μία ομάδα ονομάστηκε "Αετοί" και οι δεύτερη "Κροταλίες", φτιάξανε και σημαίες, και στο πλαίσιο αυτό δραστηριοποιήθηκαν την πρώτη εβδομάδα του πειράματος. Αυτή ήταν η πρώτη φάση.
Την επόμενη εβδομάδα (η δεύτερη φάση) οι δυο ομάδες ήρθαν σε επαφή για να ανταγωνιστούν η μια την άλλη σε διάφορα παιχνίδια, όπως το μπέηζμπωλ και διαγωνισμός τραβήγματος σκοινιού (tug of war-"διελκυστίνδα"). Δίνονταν έπαθλα στις ομάδες που συγκέντρωναν το μεγαλύτερο σκορ και προβλέφτηκαν και ατομικά έπαθλα, όπως μετάλλια και σουγιάδες, χωρίς όμως να παίρνει τίποτα ο χαμένος. Ο σκοπός αυτής της φάσης ήταν να δημιουργηθεί άμεσα η ζητούμενη αντιπαλότητα και για αυτό επιστρατεύτηκε η λογική του "ο νικητής τα παίρνει όλα". Η κόντρα άρχισε να περνάει από τις-αρχικά-φραστικές επιθέσεις προς την αντίπαλη ομάδα στη σωματική βία, όπου οι παρατηρητές αναγκάζονταν να τους χωρίσουν. Κάποια στιγμή οι "Αετοί" κάψανε τη σημαία των "Κροταλίων" και για αντίποινα οι "Κροταλίες" λήστεψαν το στρατηγείο των "Αετών". Ένα πρωΐ που οι "Αετοί" άργησαν να παρουσιαστούν στο κολατσιό, οι "Κροταλίες" έφαγαν και το δικό τους μερίδιο. Η αντιπαλότητα συνεχώς οξυνόταν και κατέληξε σε ανοιχτή έχθρα.
Η τελική φάση ήταν η φάση της συμφιλίωσης. Στην αρχή οι δυο ομάδες απλά είχανε κοινές δραστηριότητες στον ίδιο χώρο, πχ τρώγανε μαζί ή βλέπανε ταινίες μαζί. Η ένταση δεν μειώθηκε, δεν αρκούσε η συνύπαρξη για να σβήσει η έχθρα που ένιωθε ο ένας από τον άλλον και οι λεκτικές προσβολές συνεχίζονταν. Ακολούθως, δόθηκαν προβλήματα και δοκιμασίες που απαίτησαν συνεργασία μεταξύ των ομάδων για να επιλυθούν, δηλαδή δόθηκαν στόχοι για τους οποίους η συνύπαρξη και η συνεργασία δεν θα μπορούσε να μην γίνει κατανοητή στα παιδιά. Ένα από αυτά, ήταν το "πρόβλημα του πόσιμου νερού". Το νερό κόπηκε ξαφνικά "λόγω σαμποτάζ" και οι δυο ομάδες πήγαν να ανακαλύψουν μια γεμάτη δεξαμενή που τους είπαν ότι υπήρχε για να παρουν από κει νερό. Ανακάλυψαν όμως επίσης ότι η κεντρική βάνα ήταν χαλασμένη. Και έτσι για πρώτη φορά και οι δυο ομάδες στάθηκαν μαζί από πάνω και πρότειναν λύση για το καθάρισμά της. Ήταν σημαντικός αυτός ο στόχος, γιατί αν δεν τα κατάφερναν θα αντιμετώπιζαν τη δίψα και οι δύο ομάδες. Άλλη δοκιμασία που τους δόθηκε ήταν να μετακινήσουν ένα χαλασμένο φορτηγό, που η μια ομάδα από μόνη της δεν μπορούσε να το κάνει. Τότε λοιπόν παρατηρήθηκε ότι, όχι μόνο η ένταση μειώθηκε, αλλά άρχισαν και να αναπτύσσονται και μικτές φιλίες. Σε όλες τις φάσεις αναδείχτηκαν αρχηγοί που έπαιξαν συγκεκριμένο ρόλο με τις πρωτοβουλίες τους, όμως αυτή ήταν μια δευτερεύουσα παρατήρηση.
Άλλες διαπιστώσεις που έγιναν στη συνέχεια από τους μελετητές του πειράματος είχαν να κάνουν με κοινωνικά φαινόμενα, όπως ήταν η εύκολη διάδοση του ρατσισμού σε συνθήκες μεγάλης ανεργίας ("οι μάυροι μας παίρνουν τις δουλειές") και γενικά συγκρούσεις για κάτι που δεν φτάνει για όλους (γη, δουλειές, κλπ), χωρίς βέβαια να υπεισέρχονται στο γιατί δεν φτάνει για όλους. Επίσης, κριτική δέχτηκε το πείραμα επειδή η επιλογή του δείγματος δεν είχε και πολλά να πει για την καθημερινή ζωή και τις αντιθέσεις που δημιουργούνται. Γι αυτό και ο κύρια χρησιμότητά του έμεινε στα πλαίσια του εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά και πάλι σε μια τάξη αποκλείεται να βρεθεί τέτοια ομοιογένεια μαθητών. Συνεπώς, η συμπεριφορά τους θα πρέπει να εξηγηθεί και από μια σειρά άλλους παράγοντες. Και τελικά μια από τις χρήσεις που είχε το πείραμα και πιθανόν ούτε σκέφτηκαν οι εμπνευστές του ήταν το τηλεπαιχνίδι που έσπασε τους δείχτες τηλεθέασης φέτος, το Survivor.
Η καρικατούρα του πειράματος
Ένας ίσως από τους λόγους λοιπόν που γνώρισε τέτοια απήχηση το συγκεκριμένο ριάλιτυ σόου ήταν ότι είναι "μελετημένο". Η κεντρική του ιδέα βασίστηκε-μάλλον εκκούσια-σε ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό πείραμα, με άλλα λόγια το πως αυτό θα στηνόταν και εξελισσόταν ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο. Από κει και πέρα, το ενδιαφέρον που συγκέντρωσε ξεπέρασε φυσικά κατά πολύ το "επιστημονικό ενδιαφέρον". Οι ομοιότητες είναι εμφανείς και αυτό παρατηρήθηκε από πολλούς που γνώριζαν το πείραμα του Σερίφ: στο ριάλιτυ φτιάχτηκαν επίσης δυο ομάδες σε διαφορετικούς χώρους, κοντραρίστηκαν για έπαθλα, και ενώθηκαν κάποια στιγμή μπροστά στην κοινή πρόκληση (η ομάδα των Τούρκων). Όμως προστέθηκαν και κάποια "τηλεοπτικά" στοιχεία. Ότι θα υπήρχε νικητής (ας πούμε τέταρτη φάση, που δεν υπήρξε στο πείραμα) ο οποίος θα ψηφιζόνταν από το τηλεοπτικό κοινό, ότι οι ομάδες είχαν και κάποιες αναγνωρίσιμες τηλεπερσόνες και φυσικά ότι θα ζούσαν σε συνθήκες στερήσεων (σχετικό αυτό, διότι ήταν τηλεπαιχνίδι και υπήρχαν επιλογές για όποιον δεν άντεχε, καθώς και μισθός).
Όμως, το πείραμα έχει υποστεί μια σημαντική αλλοίωση: την ανάδειξη νικητή. Εδώ υπεισέρχεται η ακραία ατομιστική λογική, συστατικό της ιδεολογίας του καπιταλισμού. Αυτός που θα αναδειχτεί θα πρέπει κάποια στιγμή να εξουδετερώσει την υπόλοιπη ομάδα και να τη χρησιμοποιήσει για τους σκοπούς του. Εξαρχής δηλαδή ο παίχτης του ριάλιτυ ξέρει ότι στην πραγματικότητα το ομαδικό πνεύμα θα του χρησιμεύσει μόνο για να αναδειχτεί ο ίδιος και να φτάσει στον στόχο που έθεσε υπογράφοντας τα χαρτιά για τη συμμετοχή του. Και στην πορεία αυτή έπρεπε και να αποκρούσει τις αντίστοιχες φιλοδοξίες των συνεργατών-αντιπάλων που μετά από μια χαμένη δοκιμασία προτείνανε την αποβολή αυτού (του "προτεινόμενου") που είτε δεν τραβούσε είτε ήταν επικίνδυνος να νικήσει. Οι μηχανορραφίες δίνανε και παίρνανε, η υποκρισία ξεχείλιζε και η όποια ηθική πήγαινε περίπατο μπροστά στους κανόνες του παιχνιδιού. Ισχύει το απόσπασμα της ανακοίνωσης που έβγαλε η Γ' ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης όταν μετρήθηκε ότι έξι στα δέκα παιδιά που κάθονται στην τηλεόραση την ώρα που προβάλλεται το "Σαρβάιβορ" βλέπουν την εκπομπή αυτήν:
Σήμερα το «Survivor» μας διδάσκει ότι κανείς εξευτελισμός, καμιά μικρή προδοσία, κανένα συναισθηματικό ξεγύμνωμα, κανένα κάρφωμα του διπλανού σου δεν είναι ντροπή προκειμένου να επιβιώσει κανείς. Η πειθαρχία, η τυφλή υπακοή στους άνωθεν κανόνες, ακόμα και τους πιο γελοίους και παράλογους, είναι αυτονόητη και επιβεβλημένη για όσους θέλουν να παραμείνουν στο παιχνίδιΟ καριερισμός που προωθεί το σύστημα απέχει πολύ από αυτό; Είναι η ίδια λογική, και αυτό μπορεί εύκολα να το διαπιστώσει οποιοσδήποτε έχει εργαστεί σε μεγάλη επιχείρηση, ακόμα και στο ελεύθερο επάγγελμα. Η συνεργασία εναλλάσσεται με την υπονόμευσή του άλλου και οι ομαδικοί στόχοι έχουν αξία αν υπηρετούν τους προσωπικούς. Αυτή η αντικοινωνική στάση παρατηρήθηκε και στις δυο ομάδες, αυτή των "Διάσημων" ( τα τρόπο τινά "ενδιάμεσα στελέχη", με μισθό 2000 € την βδομάδα) και αυτή των "Μαχητών" (με μισθό 500 € την εβδομάδα), που διαχωρίστηκαν επίτηδες, μια και διαχωρισμένη είναι και η κοινωνία μας. Αυτό προκάλεσε τεχνιέντως ένα έξτρα ενδιαφέρον στην επιχείρηση ταύτισης του τηλεθεατή με τους πρωταγωνιστές και στο δέσιμό του με τη ροή του παιχνιδιού.
Ο τηλεθεατής λοιπόν αναγνώρισε τη ζούγκλα που βλέπει γύρω του και κάθισε με περιέργεια και ασυναίσθητα να δει την επιβεβαίωση των αντιλήψεων και των πρακτικών που εισπράττει και ο ίδιος στην κοινωνία. Η προσομοίωση ήταν εύστοχη. Σε συνδυασμό με την προβολή της εξωτικής φύσης και τη διεξαγωγή παιχνιδιών-δοκιμασιών, και φυσικά τη συμμετοχή του με μηνύματα-ψήφους αποχώρησης, η τηλεθέαση εκτοξεύτηκε και συντηρήθηκε από τις εκπομπές στα κανάλια και τα σόσιαλ μήντια, αλλά και όλη τη συζήτηση γύρω από αυτό. Το ένα φέρνει το άλλο. Το κανάλι απ' την άλλη που μετέδωσε το ριάλιτυ θησαύρισε και, παράλληλα, με το τηλεπαιχνίδι πέρασε και τα "κοινωνικά" μηνύματα που ανελλιπώς προβάλλει με τις εκπομπές του και τα δελτία ειδήσεών του. Και σαν κερασάκι στην τούρτα, ορίστε και η τηλεοπτική δήλωση του πιο διάσημου από τους "Διάσημους", του Γιάννη Σπαλιάρα (για την οποία μετάνιωσε αργότερα):
«Δεν ξέρω πώς φαινόταν στην τηλεόραση αλλά είναι κάτι που δεν θα ξανάκανα ούτε με πάρα πολλά λεφτά. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο, είναι μία τεράστια εμπειρία, πολύ μεγάλο μάθημα ζωής. Σκεφτόμουν ότι οι λαθρομετανάστες είναι πιο τυχεροί σε σχέση με εμάς και αυτό που ζούσαμε. Ήμασταν χωρίς στέγη… Κάποια στιγμή ήμουν τρεις μέρες συνέχεια βρεγμένος, ένιωθα ότι ανεβάζω πυρετό και δεν είχαμε να φάμε τίποτα άλλο εκτός από μία καρύδα. Ήταν μια κατάσταση σοκαριστική, δεν μπορώ να το περιγράψω!»Είναι πολύ πιθανό ο Σπαλιάρας να πίστεψε πράγματι, όπως και πολλοί τηλεθεατές, ότι η ζωή με στερήσεις, χωρίς να έχεις τίποτα, ούτε σπίτι, σε ξένο μέρος, είναι αυτή που του προσομοίωσαν στο ριάλιτυ που συμμετείχε. Προφανώς δεν θα έχει μιλήσει με κανένα πρόσφυγα να του εξηγήσει ποια είναι η πραγματικότητα και ποιο το παιχνίδι. Να του πει ότι μπορεί και να πεθάνεις από αυτές τις στερήσεις, ότι μπορεί και να μην ξαναγυρίσεις πίσω, ότι δεν υπάρχει επιλογή να φύγεις από αυτήν την κατάσταση, ούτε πληρώνεσαι γι αυτήν, ούτε ότι δεν υπάρχει "τελικός" και σαχλαμάρες και ότι δεν είναι σίγουρο 'οτι όλα αυτά κάποτε τελειώνουν. Σίγουρα όμως επηρεάστηκε από το όλο κλίμα ρατσισμού και γενικά απόρριψης του "αδύναμου" που καλλιεργείται με αφορμή την έλευση στην Ελλάδα χιλιάδων προσφύγων, "επιζώντων" πολέμου ή αδύνατων καταστάσεων για να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή. Το κρίμα είναι ότι το πείραμα του Σερίφ έδειξε, τελικά, ότι η συνεργασία με κοινούς στόχους αμβλύνει τις εντάσεις, τις προκαταλήψεις και την επιθετικότητα. Το αντίθετο από αυτό που έδειξε το "Σαρβάιβορ".
Σημειώσεις:
Αναλυτικά το πείραμα: http://psychclassics.yorku.ca/Sherif/index.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου