Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2017

"Γυρισμός"

Γυρισμός

(πεζό)


Όταν γύρισε απ' το ταξίδι στάθηκε μπροστά στην εξώπορτα και ξεκίνησε να ψάχνει τις τσέπες του να βρει τα κλειδιά. Στην αρχή ψαχούλεψε επιφανειακά και πρόχειρα χτυπώντας τις ελαφρά με την παλάμη του, μετά έβαζε το χέρι σε κάθε μια με τη σειρά. Ανησύχησε που δεν τα εντόπισε με την πρώτη. Μια ζωή αυτό παθαίνει, τα τοποθετεί σε μια θήκη που εκείνη την στιγμή πιστεύει ότι θα θυμηθεί όταν έρθει η ώρα, και μετά το ξεχνάει, δείγμα πάντως ότι ακόμα εμπιστεύεται την μνήμη του-ακόμα κι όταν αυτή αποδεδειγμένα τού κάνει νερά. Τελικά τα βρήκε. Όμως το χέρι του είχε περάσει ήδη δυο φορές απ' την εσωτερική τσέπη του μπουφάν. Αυτό κι αν τον εκνέυρισε, ανάθεμά το άγχος μου κάθε φορά, σκέφτηκε, ανάθεμα πια.


Μπηκε μέσα, άνοιξε το φως δίπλα του και παράτησε αμέσως κάτω το σακ βουαγιάζ, ακριβώς στη μέση του σαλονιού, αδιαφορώντας αν ενοχλεί κανέναν. Μα δεν υπήρχε και κανένας. Πέταξε το μπουφάν του σε μια πολυθρόνα και για μια στιγμή στάθηκε να μυρίσει τον χώρο, να αναγνωρίσει τη γνώριμη μυρωδιά του σπιτιού του, της παρουσίας του, που υπέθετε ότι είχε αφήσει πίσω. Δεν την αναγνώρισε, μύριζε κάτι άλλο, απροσδιόριστο. Κατευθύνθηκε στην κουζίνα, άνοιξε το ψυγείο, κοίταξε μέσα και το ξανάκλεισε χωρίς να πάρει τίποτα. Κατόπιν γύρισε το σώμα του, με το βλέμμα του έψαξε το γκαζάκι και τα υλικά του καφέ, αλλά και πάλι δεν έκανε τίποτα. Έβαλε το δείκτη και τον αντίχειρα στα χείλια του και στάθηκε ακίνητος.

Ένιωθε ένα μεγάλο κενό, δεν μπορούσε να σκεφτεί και να οργανώσει το παραμικρό. Ένιωθε στο πουθενά, όπως ένας άνθρωπος που τον βάζουν στην μέση και τον βομβαρδίζουν με ταυτόχρονες ερωτήσεις. Όχι, δεν θέλει να απαντήσει σε καμία από αυτές, έχει πελαγώσει. Πήγε ξανά στο σαλόνι, έβγαλε το μισοδιαβασμένο βιβλίο που κρατούσε μαζί του για το ταξίδι, ξάπλωσε στον καναμπέ και έχοντας διαβάσει καμιά εικοσαριά επιπλέον σελίδες τον πήρε ο ξερός ύπνος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου